Βλάχος Γεώργιος – Θερινό εργαστήριο Γραφικών Τεχνών – Μουσείο Τυπογραφίας Πανεπιστημίου Ιωαννίνων - Ιούλιος 2017

Η Ιστορία της τυπογραφίας είναι μέρος της Ιστορίας της επικοινωνίας του ανθρώπου, η οποία διακρίνεται σε τρεις περιόδους, που αντιπροσωπεύουν τις τρεις μεγάλες «επαναστάσεις» στην επικοινωνία.

  • Την Α’ «επανάσταση» της χειρόγραφης επικοινωνίας, η οποία ξεκίνησε από τα πρώτα σύμβολα/εικονογράμματα (4η χιλ
    π. Χ.) και ολοκληρώθηκε με την εφεύρεση της αλφαβητικής γραφής (2η – 1η χιλ π.Χ.)
  • Την Β’ «επανάσταση» της έντυπης επικοινωνίας, από την εφεύρεση της τυπογραφίας (μέσα 15ου αιώνα), και
  • Την Γ’ «επανάσταση» της ψηφιακής επικοινωνίας και του Διαδικτύου, τέλη του 20ου αιώνα.

Α' «επανάσταση» της χειρόγραφης επικοινωνίας
Τα θεμέλια της αναπαραγωγικής διαδικασίας τοποθετούνται στην προϊστορία και στη ιστορία της γραφής που άρχισε στη Σουμερία την 4η χιλιετία π.X. και μας έδωσε πολλές από τις ιδέες, τους θεσμούς, και τις εφευρέσεις στα οποία είναι βασισμένος ο πολιτισμός μας. Οι Σουμέριοι τελειοποίησαν ένα σύστημα γραφής στον άργιλο και ήξεραν πώς να δημιουργούν αντίγραφα με τη δημιουργία καλουπιών στο μπρούτζο και το χαλκό.
Στην Μεσοποταμία, στην Αίγυπτο, αλλά και στην Άπω Ανατολή έφθασαν πολύ κοντά στην εφεύρεση της εκτύπωσης, με τους θαυμάσιους σφραγιδόλιθους που επινόησαν, μια αρκετά εξελιγμένη μορφή «εκτύπωσης χωρίς μελάνι», για την αναπαραγωγή περίτεχνων θεμάτων, όπως ζώα, φιγούρες και σύμβολα, πολλά από τα οποία δεν έχουν αποκρυπτογραφηθεί ακόμα.

           

Eικ.1. Σφραγιδόλιθος και αποτύπωμα σφραγιδόλιθου στον πηλό με αρκαδοκυπριακή γραφή.

Στη Μινωική Κρήτη και την ηπειρωτική Ελλάδα, οι τεχνίτες της εποχής του χαλκού ανέπτυξαν την τέχνη της δημιουργίας αντιγράφων, από καλούπια ανάγλυφα και εσώγλυφα. Δείγματα όπως ο ανερμήνευτος ακόμη δίσκος της Φαιστού, που αποτελεί το «παλαιότερο δείγμα κινητής τυπογραφίας στον κόσμο» (1700 π.Χ.) αλλά και η αποτύπωση παραστάσεων στα αρχαία Ελληνικά κοσμήματα και νομίσματα (600 π.Χ.), για την δημιουργία των οποίων έχει χρησιμοποιηθεί διαδικασία παρόμοια με αυτή που χρησιμοποίησε ο Γουτεμβέργιος για την δημιουργία τυπογραφικών στοιχείων, δηλαδή τη χρήση της μήτρας (matrix) και του πατρότυπου (patrix), αποδεικνύουν ότι οι αρχαίοι Έλληνες έφθασαν πολύ κοντά στην εφεύρεση της τυπογραφίας.

Eικ. 2. H A' πλευρά του δίσκου της Φαιστού

   

Eικ. 3. Αρχαίο Ελληνικό νόμισμα. Αργυρό τετράδραχμο Αθηνών, π. 440‐420 π.X. Eμπροσθότυπος: κεφαλή Αθηνάς στεφανωμένη με φύλλα ελιάς. Oπισθότυπος: Γλαύκα, Αθήνα, Νομισματικό Μουσείο.

Υλικά γραφής – βιβλιογραφικά εργαστήρια

Η ανάπτυξη των υλικών της γραφής (πάπυρος, περγαμηνή, χαρτί, μελάνι) έδωσαν τη δυνατότητα όχι μόνο της ανάπτυξης της γραφής, αλλά και της συγγραφής σπουδαίων έργων των μεγάλων φιλοσόφων της αρχαιότητας, τα οποία παρέμειναν στον χρόνο.
Επιπλέον η αντιγραφική δραστηριότητα που αναπτύχθηκε στους επόμενους αιώνες έκανε προσιτά τα έργα αυτά και στα πιο απομακρυσμένα μέρη της γης.

Τα κείμενα περνούσαν από γενιά σε γενιά με την αντιγραφή. Ειδικά εκπαιδευμένοι γραφείς, οι βιβλιογράφοι ή κωδικογράφοι, εργάζονταν σε ειδικά εργαστήρια, τα βιβλιογραφικά εργαστήρια (scrίptorίa), για πολλές ημέρες, ώσπου να τελειώσουν ένα βιβλίο.
Την εικονογράφηση των χειρογράφων με μικρογραφίες, επίτιτλα, πρωτογράμματα και άλλα διακοσμητικά στοιχεία αναλάμβαναν ειδικευμένοι ζωγράφοι στον ελεύθερο χώρο που άφηναν οι γραφείς.

Β' «επανάσταση» της έντυπης επικοινωνίας

Η εφεύρεση της τυπογραφίας υπήρξε κεφαλαιώδους σημασίας για τον ανθρώπινο πολιτισμό, καθώς ενίσχυσε και ταυτόχρονα μετασχημάτισε τις επιπτώσεις που προκάλεσε η γραφή στη σκέψη και στην έκφραση.

Σύμφωνα με το ιδρυτή και σύμβουλο της εφημερίδας «El Pais», Juan Luis Cebrian (1998), η επινόηση του αλφάβητου, πρώτα, και της τυπογραφίας, έπειτα, συνέβαλλε σημαντικά στην πρόοδο της γνώσης και της επιστήμης, γιατί το αλφάβητο επέτρεπε να εκφράσουμε έννοιες, ενώ η τυπογραφία να τις αναπαράγουμε και να τις διαδίδουμε.

H εμφάνιση της τυπογραφίας, γράφει η Καθηγήτρια του Πανεπιστημίου του Michigan, Elizabeth Eisenstein: «είχε τεράστια συμβολή στη στήριξη και την επιτάχυνση των διαδικασιών που οδήγησαν στην αφύπνιση του ευρωπαϊκού πνεύματος, στην άνοδο του πνευματικού επιπέδου των λαών της Ευρώπης, καθώς και στη γρήγορη πρόοδο της επιστήμης».

Στο τέλος της περασμένης χιλιετίας το περιοδικό Time αναγνώρισε την κοινωνικοπολιτιστική σημασία της εφεύρεσης της τυπογραφίας και χαρακτήρισε την εφεύρεση του Γουτεμβέργιου, ως το κρισιμότερο γεγονός της χιλιετίας.

Η εποχή της Έντυπης επικοινωνίας διακρίνεται σε τέσσερις περιόδους:

  1. Την Α΄ περίοδο (από την εφεύρεση της Τυπογραφίας μέσα 15ου αιώνα – τα μέσα του 19ου αιώνα) κατά την οποία, αν και η εκτύπωση γίνεται με μηχανικό τρόπο, η στοιχειοθεσία και η κατασκευή της πλάκας για την αναπαραγωγή των εικόνων γίνεται με χειρωνακτικές διαδικασίες.
  2. Την Β΄ περίοδο (από τα μέσα του 19ου αιώνα – τα μέσα του 20ου αιώνα), κατά την οποία επικρατεί η εκμηχάνιση όλων των διαδικασιών παραγωγής.
  3. Την Γ΄ περίοδο (από τα μέσα του 20ου αιώνα – τη δεκαετία του 1980), κατά την οποία περάσαμε από τη στοιχειοθεσία θερμού μετάλλου στη φωτοστοιχειοθεσία και στην απόσυρση των μεταλλικών τυπογραφικών στοιχείων.
  4. Την Δ΄ περίοδο (από την δεκαετία του 1980 –), κατά την οποία όλες οι διαδικασίες ψηφιοποιούνται, το φιλμ αποσύρεται και νέες μέθοδοι εκτύπωσης εφευρίσκονται.

Α' ΠΕΡΙΟΔΟΣ ‐ Η EΦEYPEΣH THΣ TYΠOΓPAΦIAΣ

H ανάπτυξη της τυπογραφίας τον 15ο αιώνα στη Δυτική Ευρώπη πέτυχε λόγω διάφορων σύνθετων και αλληλένδετων παραγόντων. Οι οποίοι ήταν:

  • η ανάπτυξη του εμπορίου και η ευημερία,
  • η πτώση της φεουδαρχικής κοινωνίας,
  • η ανάπτυξη των Πανεπιστημίων και η διάδοσης της βασικής εκπαίδευσης στην Αναγέννηση
  • το νέο εμπόριο των χειρογράφων

Οι εγκαταστάσεις και τα υλικά που απαιτήθηκαν για να μετατρέψουν την ιδέα σε πράξη υπήρξαν στη φυσική τους μορφή. Το χαρτί, το μελάνι και το πιεστήριο (σταφυλοπιεστήριο) καθώς και η τεχνολογία για να δημιουργηθεί το χυτό μεταλλικό στοιχείο ήταν διαθέσιμα.

Η στοιχειοθεσία – η οποία είχε αποτύχει στην Κίνα – πέτυχε στη Ευρώπη, εξ αιτίας του μικρού αριθμού χαρακτήρων (γραμμάτων) του αλφαβήτου που χρειάζονταν οι ευρωπαϊκές γλώσσες.

Επίσης μια μεγάλη, ευρέως καθιερωμένη, αγορά εξασφάλισε ότι αυτή η νέα επιχείρηση θα καλύψει μια κοινωνική ανάγκη.

Β΄ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ‐ BIOMHXANIKH EΞEΛIΞH TΩN MEΘOΔΩN KAI TEXNIKΩN ΕΚΤΥΠΩΣΗΣ

Βιομηχανική επανάσταση: Στα τέλη του 18ου και αρχές του 19ου αιώνα συνέβη η σημαντικότερη τεχνολογική, κοινωνικοοικονομική και πολιτιστική αλλαγή, προάγγελος μιας εποχής τεχνικής καινοτομίας που άρχισε στη Μεγάλη Βρετανία και διαδόθηκε σε όλο τον κόσμο. Κατά τη διάρκεια εκείνης της εποχής, μια οικονομία βασισμένη στη χειρωνακτική εργασία αντικαταστάθηκε από την επικράτηση της βιομηχανίας και την κατασκευή των μηχανημάτων.

Τα Αποτελέσματα της βιομηχανική επανάστασης:

  • Ευρύτατη διάδοση των βιομηχανικών μεθόδων παραγωγής
  • Δημιουργία του εργοστασίου
  • Ανάπτυξη της σύγχρονης πόλης
  • Διεύρυνση των ελευθεριών
  • Αύξηση των εισοδημάτων των ασθενέστερων οικονομικά τάξεων
  • Bελτίωση της βασικής εκπαίδευσης
  • Μείωση του αναλφαβητισμού
  • Aυξανόμενη επιθυμία για γνώση και επικοινωνία
  • Ανάγκη διαφήμισης από την εμφάνιση βιομηχανικών προϊόντων

Oι σημαντικότερες καινοτομίες στην Τυπογραφία τον 19ο αιώνα
Μέχρι τις αρχές 19ου αιώνα 350 και πλέον χρόνια μετά τον Γουτεμβέργιο καμία ουσιαστική αλλαγή στην τυπογραφία δεν υπήρξε. Η διαδικασία της έντυπης επικοινωνίας που τέθηκε σε κίνηση από τον Γουτεμβέργιο αναγεννήθηκε ως αποτέλεσμα της εκβιομηχάνισης.

  • (1798) – εφεύρεση της λιθογραφίας (Alois Senefelder)
  • (1811‐14) – εφεύρεση του ατμοτροφοδοτούμενου κυλινδρικού πιεστηρίου υψιτυπίας του Friedrich Koenig.
  • (1826) – εφεύρεση της φωτογραφίας (Joseph Niepce)
  • (1830) – εφεύρεση της στερεοτυπίας (Jean B. Genoux)
  • (1850) – εφεύρεση της τσιγκογραφίας (Firmin Gillot)
  • (1863) – εφεύρεση του περιστροφικού πιεστηρίου υψιτυπίας (William Bullock)
  • (1884) – εφεύρεση της λινοτυπίας (Ottmar Mergenthaler)
  • (1887) – εφεύρεση της μονοτυπίας (Tolbert Lanston)
  • (1890) – εφεύρεση του ράστερ (Frederick Ives)
  • (1895) – εφεύρεση της περιστροφικής βαθυτυπίας (Karl Klic)
  • (1904) – εφεύρεση της λιθογραφίας offset (Ira W. Rubel)
  • (1907) – εφεύρεση της μεταξοτυπικής γάζας (Samuel Simon)

Γ΄ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ‐ Η ΑΠΟΣΥΡΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΑΛΛΙΚΩΝ ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

Η σημαντική καινοτομία που χαρακτηρίζει αυτή τη περίοδο είναι η εφεύρεση της φωτοστοιχειοθεσίας με συνέπεια η υψιτυπία, ως κύρια μέθοδος εκτύπωσης βιβλίων για πεντακόσια και πλέον χρόνια, να δώσει τα σκήπτρα της στην επιπεδοτυπία (λιθογραφία offset).
Την ίδια εποχή εμφανίζονται οι πρώτοι σαρωτές εικόνων (scanners), που δίνουν τη δυνατότητα ψηφιοποίησης των εικόνων.

Δ΄ ΠΕΡΙΟΔΟΣ – ΨΗΦΙΑΚΗ ΕΠΟΧΗ

H Δ΄ περίοδος της έντυπης επικοινωνίας συμπίπτει με την «τρίτη επανάσταση», τη λεγόμενη «ψηφιακή επανάσταση», που ξεκίνησε στη δεκαετία του 1980 και διευρύνεται στις μέρες μας, έχει να κάνει όχι τόσο με το ψηφιακά παραγόμενο έντυπο αλλά με τα «νέα μέσα επικοινωνίας», τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές και το διαδίκτυο.

Η πλήρης ψηφιοποίηση εικόνων και κειμένου και η ανάπτυξη νέων μεθόδων εκτύπωσης (ψηφιακή εκτύπωση) και νέων μέσων μαζικής επικοινωνίας (internet, multimedia, e‐book) δημιουργεί νέα δεδομένα, ώστε να μιλάμε σήμερα για ένα νέο σταθμό στις επικοινωνίες, την «ψηφιακή εποχή».

Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΤΗΣ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΑΣ

Η χάραξη σχεδίων σε ξύλινες πλάκες και η εκτύπωσή τους σε κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα στην Ανατολή από τον 6ο αιώνα θα μπορούσε να θεωρηθεί ο νόμιμος πρόδρομος της ξυλογραφίας. Η ξυλογραφία αξίζει ίσως την πιο τιμητική θέση στην ιστορία της εκτύπωσης, δεδομένου ότι είναι η αρχαιότερη, η αμεσότερη, και δυνάμει της μεγάλης απλότητάς της, αναμφίβολα το δημοκρατικότερο μέσο καλλιτεχνικής έκφρασης και πολλαπλασιασμού της τέχνης.

Η ξυλογραφία αποδείχτηκε ο πολύτιμος σύμμαχος των κινητών τυπογραφικών στοιχείων. Η εφεύρεση και η διάδοση της τυπογραφίας δημιούργησε τις προϋποθέσεις για την μεγάλη ανάπτυξη της ξυλογραφίας, με την οποία ασχολήθηκαν μεγάλοι καλλιτέχνες, όπως ο Albrecht Dürer ο Lucas Cranach, ο Hans Holbein κ.α., κυρίως για την εικονογράφηση των τυπωμένων βιβλίων.

Η ανάγκη για μεγαλύτερη λεπτομέρεια στις εικονογραφήσεις οδήγησε στην ανάπτυξη των τεχνικών της χαλκογραφίας και της λιθογραφίας.

Όπως με μεγάλη έμφαση υποστηρίζει ο τέως έφορος του Μητροπολιτικού Μουσείου της Νέας Υόρκης, William Ivins, «Το γεγονός ότι πανομοιότυπες εικόνες, χάρτες και διαγράμματα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν συγχρόνως από αναγνώστες σε διάφορα μέρη αποτέλεσε επανάσταση στις επικοινωνίες».

H συμβολή των έντυπων εικόνων στη γενικότερη εξέλιξη της γνώσης και της κοινωνίας της πληροφορίας.
Οι έντυπες εικόνες:

  • Κοινωνικοποίησαν την Τέχνη.
  • Προσέφεραν οπτική βοήθεια για την κατανόηση του κειμένου.
  • Περιόρισαν τα μεταφραστικά προβλήματα και τις γλωσσικές διαιρέσεις.
  • Με την αναπαραγωγή σχημάτων και διαγραμμάτων βοήθησαν στην κατανόηση των κανόνων της επιστήμης και συνέβαλαν στην ανάπτυξή της.
  • Έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη ορισμένων επιστημονικών τομέων, όπως η αρχιτεκτονική, η γεωμετρία, η βοτανική, η γεωγραφία, η αστρονομία, ιατρική, κ.λπ., στις οποίες οι εικόνες επιτελούν πολύ αυξημένες λειτουργίες.
  • Βοήθησαν στην ανάπτυξη της τεχνολογίας.
  • Με τη διάδοση των εντύπων χαρτών επέδρασαν στην αρτιότερη γνώση του χώρου, και καθόρισαν την παγίωση των τεχνικών αναπαράστασής του, διαμορφώνοντας κοινή μεθοδολογία. κλπ.

Παράλληλα με τη συμβολή τους στην πρόοδο της γνώσης οι έντυπες εικόνες, ως μέσα μαζικής οπτικής επικοινωνίας που επιδρούν άμεσα στα συναισθήματα και τις προκαταλήψεις των ανθρώπων, χρησιμοποιήθηκαν:

  • Στην παραπληροφόρηση.
  • Στην προπαγάνδα.
  • Στην προώθηση στόχων και επιδιώξεων.

ΒΑΣΙΚΗ ΑΡΧΗ EKTYΠΩTIKΩΝ MEΘOΔΩΝ

H βασική αρχή κάθε εκτυπωτικής μεθόδου είναι να παρέχει έναν τρόπο μεταφοράς του μελανιού μόνο σε εκείνες τις περιοχές που πρέπει να εκτυπωθούν. Στις παραδοσιακές μεθόδους εκτύπωσης αυτό πραγματοποιείται από τον φορέα της εκτύπωσης, την πλάκα εκτύπωσης, η οποία προσδιορίζει την εκτυπώσιμη και μη εκτυπώσιμη περιοχή.
Το φυσικό προφίλ της εκτυπωτικής πλάκας είναι το πιο διακεκριμένο χαρακτηριστικό που καθορίζει την μέθοδο εκτύπωσης και ορίζει τις εφαρμόσιμες διαφοροποιήσεις της.
Αν και αλλάζουν συνεχώς τα μέσα, τα υλικά, οι διαδικασίες και η τεχνολογία, η βασική αρχή των εκτυπώσεων παραμένει η ίδια.

Οι τέσσερις βασικές μέθοδοι εκτύπωσης
Υψιτυπία (Relief printing) – ανάγλυφη εκτυπωτική πλάκα.
Βαθυτυπία (Intaglio) – εσώγλυφη εκτυπωτική πλάκα.
Επιπεδοτυπία (Planography) – επίπεδη εκτυπωτική πλάκα.
Διατυπία (Screen printing) – διάτρητη εκτυπωτική πλάκα.

Eικ.5. Τα στάδια της υψιτυπικής εκτύπωσης

Eικ.6. Τα στάδια της βαθυτυπικής εκτύπωσης

Εικ. 7. Τα στάδια της λιθογραφικής εκτύπωσης

      

Εικ.8. Τα στάδια της μεταξοτυπικής εκτύπωσης

Α’ περίοδος: Χειρωνακτικές τεχνικές αναπαραγωγής εικόνας

Ο καλλιτέχνης – χαράκτης δεν μπορεί να αντιγράψει ότι βλέπει. Μπορεί να αποδώσει μόνο ότι του επιτρέπουν τα εργαλεία του και το εκφραστικό του μέσο. Η ελευθερία επιλογής του περιορίζεται από την τεχνική του και από τις (τονικές) δυνατότητες του εκφραστικού του μέσου. Η ποικιλία της πυκνότητας και του πάχους των γραμμών, που μπορούσαν να επιτευχθούν με τα εργαλεία της χαρακτικής στο ξύλο (ξυλογραφία) και στο μέταλλο (χαλκογραφία) ήταν η αρχική τεχνική. Όσο πιο λεπτές γραμμές μπορούσαν να επιτευχθούν τόσο πιο πολλοί τόνοι μπορούσαν να αναπαραχθούν.

Εικ. 9α, β: Αναπαραγωγή τονικών διαβαθμίσεων με τη χάραξη διαφορετικής πυκνότητας και πάχους παράλληλων γραμμών.

Οι χαράκτες της εποχής ανέπτυξαν πάρα πολλές τεχνικές για την αναπαραγωγή τονικών διαβαθμίσεων. Η πιο κοντινή τους προσπάθεια ήταν μία εκδοχή της δημιουργίας διασταυρούμενων μαύρων γραμμών, αλλά για την επίτευξη αυτού του αποτελέσματος έπρεπε να αφαιρεθεί ένα κομμάτι λευκού σε σχήμα διαμαντιού από κάθε διασταύρωση, ώστε να γίνει φανερή η διασταύρωση των διαγώνιων μαύρων γραμμών.

Εικ. 10α, β: Αναπαραγωγή τονικών διαβαθμίσεων με τη χάραξη διασταυρούμενων γραμμών.

Μια άλλη τεχνική που χρησιμοποίησαν οι χαράκτες ξυλογραφίας σε όρθιο ξύλο του 19ου αιώνα ήταν η κοπή παράλληλων λευκών γραμμών σε δύο κατευθύνσεις, κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να αφήνει μεγαλύτερα ή μικρότερα τετράγωνα στην επιφάνεια της ξύλινης πλάκας, τα οποία εκτυπώνονταν σαν μεγαλύτερες ή μικρότερες κουκκίδες.

 

Εικ. 11α, β: Αναπαραγωγή τονικών διαβαθμίσεων με τη χάραξη λευκών διασταυρούμενων γραμμών, οι οποίες δημιουργούν μαύρες κουκκίδες.

Η δημιουργία διασταυρούμενων γραμμών ήταν η πλησιέστερη προσέγγιση σε μία τονική μέθοδο για τους δημιουργούς χαρακτικών, που έδινε την δυνατότητα της δημιουργίας οποιουδήποτε τόνου από αχνό γκρίζο στο σχεδόν απόλυτο μαύρο.
Η τεχνική της χαλκογραφίας με στιγμές (Stipple engraving) έγινε επίσης βασική μέθοδος τροποποίησης του τόνου – με τη δημιουργία μικρότερων και αραιότερων κουκίδων για τις πιο ανοιχτόχρωμες περιοχές, μεγαλύτερες και σε πιο κοντινά διαστήματα όταν απαιτείται περισσότερο βάθος τόνου. Μ’ αυτό το απλό μέσο, προβλέποντας τις μικρότερες και μεγαλύτερες κουκκίδες οι οποίες δημιουργούν τις ημιτονικές εικόνες της ηλεκτρονικής επεξεργασίας του 20ου αιώνα, ο καλλιτέχνης‐χαράκτης μπορούσε να επιτύχει αρκετά γρήγορα τις πιο λεπτές διαβαθμίσεις στον τόνο.

 

Εικ.12α, β: Αναπαραγωγή ή τονικών διαβαθμίσεων με την τεχνική της χαλκογραφίας με στιγμές.

B’ περίοδος: Φωτομηχανικές τεχνικές αναπαραγωγής εικόνας

Μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα όλες οι τεχνικές αναπαραγωγής εικόνας ήταν χειρωνακτικές.
Οι προσπάθειες των χαρακτών την εποχή εκείνη να επιταχυνθεί η παραγωγή εκτυπωτικών πλακών με μηχανικά ή χημικά μέσα, που μέχρι τότε γινόταν χειρωνακτικά, ευοδώθηκαν μόνον όταν η φωτογραφία τελειοποιήθηκε στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα.
Η εκτύπωση φωτογραφιών στα έντυπα, αποτελεί ένα σημαντικό γεγονός για την εξάπλωση της φωτογραφίας στα μαζικά μέσα ενημέρωσης, και γίνεται για πρώτη φορά το Μάρτιο του 1880, όταν η εφημερίδα New York Daily Graphic παρουσιάζει μια εκτυπωμένη φωτογραφία.
Αν και η εφεύρεση της φωτογραφίας έγινε το 1826 (επίσημη αναγνώριση από την Γαλλική Ακαδημία Επιστημών 19η Αυγούστου 1839), η πρώτη εκτύπωση φωτογραφίας αναφέρεται το 1880, και γίνεται πρακτική μετά το 1890 με την εφεύρεση του γυάλινου ράστερ.
Στη διάρκεια αυτών των χρόνων, πριν δηλ. γίνει δυνατή η εκτύπωση φωτογραφιών, οι καλλιτέχνες‐χαράκτες με πρότυπο τις φωτογραφίες (δαγεροτυπίες) χάρασσαν εκτυπωτικές πλάκες (κλισέ) για να εκτυπώσουν τις φωτογραφίες.

Eικ. 13α,β. Ένα παράδειγμα μιας φωτογραφίας που έχει αναπαραχθεί με ξυλογραφία από τον Mathew Brady, (1865).

Η τεχνική των χαράξεων με τις διασταυρούμενες γραμμές και η επιτυχής απόδοση των τονικών διαβαθμίσεων με κουκκίδες ήταν το αναγκαίο υπόβαθρο για την άρρηκτη συνέχεια της εξέλιξης (νέα τεχνολογία με παλιά υλικά) και την εφεύρεση της οθόνης των διασταυρούμενων γραμμών (ράστερ).
Η εφεύρεση της οθόνης του ράστερ που ταίριαξε απόλυτα με την φωτογραφική διαδικασία δημιούργησε τις προϋποθέσεις της βιομηχανοποίησης της διαδικασίας αναπαραγωγής της εικόνας και την απαγκίστρωσή της από την χειρωνακτική εργασία των χαρακτών.

   

Εικ. 14α, β. Αναπαραγωγή εικόνας με φωτομηχανική διαδικασία ραστεροποίησης

Η ραστεροποίηση είναι απαραίτητη για τη μετατροπή συνεχών τόνων της εικόνας σε ημιτονική, επειδή οι περισσότερες τεχνολογίες εκτύπωσης λειτουργούν σε ένα δυαδικό σύστημα και μπορούν επομένως να εκτελέσουν μόνο τη μια από τις δύο ενέργειες, να μεταφέρουν το μελάνι (σε ένα ομοιόμορφα διανεμημένο στρώμα) ή να μην μεταφέρουν καθόλου μελάνι.
Στη διάρκεια του 20ου αιώνα οι εταιρίες γραφικών τεχνών έφτιαξαν οθόνες ράστερ, για την αναπαραγωγή εικόνων, με υφές ανάλογες με αυτές των τεχνικών ξυλογραφίας, χαλκογραφίας και λιθογραφίας.

Εικ. 15α. Ράστερ με υφές ανάλογες των τεχνικών ξυλογραφίας, χαλκογραφίας και λιθογραφίας.

Γ’ περίοδος: ηλεκτρονικές τεχνικές αναπαραγωγής εικόνας

Στα μέσα του 20ου αιώνα παράλληλα με τις φωτογραφικές μεθόδους αναπτύσσεται και η ηλεκτρονική αναπαραγωγή εικόνας, που άρχισε με τον κλισεογράφο και συνεχίστηκε με τον χρωμογράφο. Η αρχή της ηλεκτρονικής σάρωσης (scanning) της πρότυπης εικόνας αρχίζει σιγά – σιγά να επικρατεί στη βιομηχανία αντί των φωτογραφικών μηχανών αναπαραγωγής, όμως η διαδικασία ραστεροποίησης των πρώτων scanners χρησιμοποιεί επίσης το συμβατικό ράστερ επαφής.

Eικ. 16. Χρωμογράφος B’ γενεάς. Στο πρώτο τύμπανο (ανάλυσης) τοποθετείται το πρωτότυπο και στο δεύτερο τύμπανο (τύμπανο εγγραφής) τοποθετείται το φιλμ με το ράστερ επαφής

Δ’ περίοδος: ψηφιακές τεχνικές αναπαραγωγής εικόνας

Η εξέλιξη των ψηφιακών scanners δημιούργησε τις προϋποθέσεις ψηφιακής αποθήκευσης και αναπαραγωγής της εικόνας με ηλεκτρονική ραστεροποίηση μέσω RIP (Raster Image Prossecor) αντί του ράστερ επαφής.
Με τη διαδικασία ψηφιοποίησης εκτός από το συμβατικό ράστερ δημιουργήθηκε και μια νέα μορφή ραστεροποίησης η λεγόμενη FM (Frequency Modulation) ραστεροποίηση ή Stochastic screening, η οποία χρησιμοποιεί κουκκίδες ίδιου μεγέθους που ποικίλουν στην απόσταση προσομοιάζοντας την τεχνική της χαλκογραφίας με στιγμές.

Eικ. 17. Σύγκριση συμβατικής και FM ραστεροποίησης

KAINOTOMIEΣ ΣΤHN TYΠOΓPAΦIA

H εφεύρεση της τυπογραφίας δεν σηματοδότησε κάποια βίαιη αποκοπή από την χειρόγραφη επικοινωνία, δεν ήταν μια κενή στιγμή που διέλυσε ένα παλιό σύστημα για να το αντικαταστήσει πλήρως με ένα άλλο μοντέλο επικοινωνίας.
Η τυπογραφία δεν δημιούργησε το βιβλίο – το άλλαξε ή το επαναπροσδιόρισε. Το βιβλίο παρουσιάστηκε στη μορφή, γνωστή ως κώδικας, που ήταν ήδη σε χρήση για τουλάχιστον μια χιλιετία πριν από την εφεύρεση της τυπογραφίας. Είναι γνωστό, ότι τα αρχέτυπα βιβλία μιμήθηκαν τα μεσαιωνικά χειρόγραφα. Μιμήθηκαν τη βασική μορφή τους (το στενόμακρο ορθογώνιο σχήμα τους). Μιμήθηκαν τον γραφικό χαρακτήρα τους, ο οποίος οδήγησε στα πρώτα τυπογραφικά στοιχεία, με τους πολυάριθμους δεσμούς και τις συντμήσεις.
Ο στόχος των πρώτων τυπογράφων ήταν αναμφισβήτητα, να ληφθεί ως πρότυπο το χειρόγραφο βιβλίο ώστε να μοιάσει σ’ αυτό, όσο το δυνατόν περισσότερο, το έντυπο βιβλίο. Η διατήρηση πολλών στοιχείων του χειρόγραφου κώδικα (συντομογραφίες, εικονογράφηση, σχήμα, κ.λπ.) δείχνει τη συνέχεια.
Η πρώιμη εποχή της έντυπης επικοινωνίας (1455‐1890), κατά την οποία οι τεχνικές καινοτομίες είναι ελάχιστες, δεν πρέπει να εξετάζεται ως νεκρός χρόνος, αλλά ως χρόνος αργών συσσωρεύσεων, προοδευτικής διεύρυνσης των αναγκών και των πρακτικών που σχετίζονται με την επικοινωνία, δημιουργώντας έτσι νέες δυνατότητες, που καταλήγουν στη «δεύτερη επανάσταση της έντυπης επικοινωνίας».
Η εποχή του Διαφωτισμού, που άρχισε το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, εισήγαγε πολλές μεταρρυθμίσεις, ιδιαίτερα στην εκπαίδευση. Δεδομένου ότι η επιθυμία για πληροφορίες και πρόσβαση στα σημαντικά αναγνώσματα αυξήθηκαν, αυξήθηκε ταυτόχρονα και ο αριθμός εκείνων που ήταν ικανοί να διαβάσουν.
Η εκβιομηχάνιση και η εμφάνιση του εντύπου μαζικής κυκλοφορίας (1890 ‐1980) παραπέμπει σε μια σειρά από σύνθετους και αλληλένδετους παράγοντες που δημιούργησαν τις ανάγκες για την πραγματοποίησή του.
Ήταν ουσιαστικό για τη βιομηχανία της εκτύπωσης να ενισχύσει την παραγωγή.

Χρονική διάσταση των περιόδων της έντυπης επικοινωνίας

Η Α΄ περίοδος ‐‐‐‐‐‐‐‐‐‐‐‐‐‐‐400 χρόνια
Η Β΄ περίοδος ‐‐‐‐‐‐‐‐‐‐‐‐‐‐‐100 χρόνια
Η Γ΄ περίοδος ‐‐‐‐‐‐‐‐‐‐‐‐‐‐‐ 30 χρόνια

Για να γίνεται κατανοητή η χρονική διάσταση μεταξύ των σταθμών αυτών της επικοινωνίας πρέπει να συνδυάζεται με ευρύτερες μεταβολές, οι οποίες επιδρούν ώστε να υπάρξουν καινοτομίες που δημιουργούν τις καθοριστικές αλλαγές και τη μετάβαση από ένα σύστημα σε ένα άλλο (π.χ. εφεύρεση τυπογραφίας – πρόοδο των δραστηριοτήτων στη μεταλλουργία, κυλινδικές μηχανές – εφεύρεση των εργαλειομηχανών και την ατμοκίνηση).
Οι χρονολογήσεις δείχνουν ότι ο χρόνος των μεταβολών είναι όλο και μικρότερος, διότι τα τεχνικά και οικονομικά μέσα αυξάνονται σταδιακά, γεγονός που εξασφαλίζει τη βαθμιαία επιτάχυνση της διαδικασίας.
Η επιτάχυνση των διαδικασιών μεταβολής (1890 – 1980), (1980 ‐ ) είναι αποτέλεσμα του σωρευτικού χαρακτήρα της τεχνολογίας: οι καινοτομίες γίνονται όλο και συχνότερες και η εφαρμογή και διάδοσή τους πραγματοποιούνται ταχύτερα και ευρύτερα

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Η τεχνική πρόοδος καθορίζεται από ποικίλους παράγοντες οι οποίοι επιδρούν ταυτόχρονα, αρκεί οι κοινωνικές και περιβαλλοντικές συνθήκες να μην είναι δυσμενείς. Πολλές τεχνικές που είχαν εφευρεθεί πολύ ενωρίτερα δεν εφαρμόστηκαν παρά μόνον όταν οι συνθήκες το επέτρεψαν.
παρά μόνον όταν οι συνθήκες το επέτρεψαν.
Το ερώτημα, γιατί η ιδέα της δημιουργίας τυπογραφικών στοιχείων δεν εμφανίστηκε στους ιδιαίτερα καλλιεργημένους Έλληνες (προγόνους μας), οι οποίοι είχαν εξοικειωθεί με την αρχή της κοπής του νομίσματος δηλαδή τη χρήση της μήτρας και του πατρότυπου, θα πρέπει να βρίσκεται προφανώς, στην έλλειψη κινήτρου – της απουσίας μεγάλων ομάδων πρόθυμων για επικοινωνία και της μη ύπαρξης υλικών εκτύπωσης (περγαμηνή, χαρτί) που να διευκολύνουν την ικανοποίηση τέτοιων απαιτήσεων.
Η εμφάνιση της τυπογραφίας στην Ευρώπη, τον 15ο αιώνα, ήταν αποτέλεσμα της εποχής εκείνης και των συνθηκών της. Τα πρώτα τυπογραφεία εγκαταστάθηκαν εκεί όπου το πολιτισμικό περιβάλλον ήταν ευνοϊκό και έπρεπε να ικανοποιηθεί μια κοινωνική απαίτηση για πρόσβαση στη μάθηση και στα βιβλία.
Οι μεγαλειώδεις ανακαλύψεις του ανθρώπινου νου δεν πραγματοποιήθηκαν εκ του μηδενός, a «tabula rasa». H τεχνολογική γνώση είναι ενσωματωμένη σε κάθε ανθρώπινο τεχνούργημα με τρόπο σωρευτικό: κάθε καινούργια τεχνολογική επινόηση στηρίζεται στα προηγούμενα επιτεύγματα της ανθρώπινης δραστηριότητας, όπως αυτά μαρτυρούνται από την εποχή που ο άνθρωπος αισθάνθηκε την ανάγκη να εκφραστεί με εικόνες, με ήχους ή με κινήσεις. Από την προϊστορική εποχή μέχρι σήμερα υπήρξαν ανθρώπινα τεχνουργήματα που επινοήθηκαν έχοντας ενσωματώσει προηγούμενα επιτεύγματα της ανθρώπινης δραστηριότητας.
Αξίζει να σημειωθούν μερικά από αυτά:

  • οι πρώτες μορφές γραφής αποτελούνταν από γραφικά σύμβολα ‐ απλουστευμένες εικόνες ανθρώπων, ζώων και αντικειμένων – που ονομάζονται εικονογράμματα, τα οποία ήταν βασικό στοιχείο κλειδί όλων των γραφών. Σήμερα παρατηρούμε να διευρύνεται η χρήση των εικονογραμμάτων, ως εικόνες σήμανσης γιατί μπορούν εύκολα να επικοινωνήσουν ανεξάρτητα από γλωσσικές διαφορές.
  • η σημερινή διευθέτηση στους κειμενογράφους των ηλεκτρονικών υπολογιστών, με το «ξετύλιγμα» του κειμένου, δεν διαφέρει από την ανάγνωση των παπύρων σε μορφή ειληταρίου (κυλίνδρου),
  • η ιδέα της κατανομής των τυπογραφικών στοιχείων στην τυπογραφική κάσα δεν διαφέρει επίσης από την διευθέτηση των γραμμάτων στο πληκτρολόγιο, ούτε βεβαίως,
  • ο τυπογραφικός σχεδιασμός της σελίδας ενός εντύπου από τον σχεδιασμό μιας σελίδας στο διαδίκτυο (γραμματοσειρές, χρώμα, εικόνες).

H σπουδαιότητα της ιστορικής γνώσης δείχνει τους στενούς δεσμούς που υπήρχαν ανέκαθεν ανάμεσα στα χρησιμοποιούμενα υλικά, τις διάφορες τεχνικές και την Τέχνη και μας επιτρέπει να κατανοήσουμε με ποιόν τρόπο, για να επαναλάβουμε μια φράση του Bernard Lepetit, κάθε ανθρώπινη κοινωνία «φτιάχνει καινούργια πράγματα με παλιά υλικά».